Η κωμωδία στην Ιστορία
Ο Μοχάμεντ Αλί είναι ένας από τους σπουδαιότερους πυγμάχους όλων των εποχών. Το 1967 ο Αλί λιποτάκτησε από το Βιετνάμ. Το 1971 επέστρεψε στη δράση και έπαιξε στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν με τον πυγμάχο που τον βοήθησε περισσότερο από όλους και τον μίσησε περισσότερο, τον Τζο Φρέιζερ. Το 1974 ολοκλήρωσε μία απίστευτη επιστροφή που ουδείς περίμενε, νικώντας με νοκ άουτ στον όγδοο γύρο του αγώνα στην Κινσάσα του Ζαϊρ. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα νίκησε τον Φρέιζερ στον κατά πολλούς κορυφαίο αγώνα που έγινε ποτέ, στη Μανίλα των Φιλιππινών. Το 1978 αποχώρησε για να επιστρέψει και να χάσει, τελικά, στις 2 Οκτωβρίου του 1980, από τον Τρέβορ Μπέρμπικ. Τον ποιον; Μερικά χρόνια μετά ο Μπέρμπικ βγήκε νοκ άουτ στον δεύτερο γύρο από τον Μάικ Τάισον. Φυσικά, ο Αλί δεν έχασε την αίγλη του μύθου του, αλλά όσοι τον θαυμάζουν ξέρουν ότι έχασε από τον Μπέρμπικ.
Ακόμα και στις ιστορίες των μεγαλύτερων μύθων υπάρχει μία κωμική υπόσταση. Μπορεί να περιμένεις ότι κάποιος μεγάλος πρωταθλητής θα χάσει ένα ματς που θα συμπυκνώνει την καριέρα του, με υπερπροσπάθεια και από κάποιον που θα γίνει εξίσου σπουδαίος. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι. Σε ορισμένες περιπτώσεις η κωμωδία παρεισφρέει στην ιστορία. Η πραγματικότητα σβήνει την ομίχλη και όχι πάντα με ευγένεια. Ένα καλό παράδειγμα είναι το Σάββατο στη Νέα Υόρκη. Οι δύο ημιτελικοί του US Open, ένα βήμα πριν το τελευταίο παιχνίδι της χρονιάς σε Major και με τον Ρότζερ Φέντερερ και τον Νόβακ Τζόκοβιτς να παίζουν σε αυτούς. Αντίπαλοί τους είναι ο Κροάτης Μαρίν Τσίλιτς, που έχει παίξει μόνο σε ένα ημιτελικό Major της καριέρας του, και ο Ιάπωνας Κέι Νισικόρι, που δεν έχει παίξει σε κανέναν ημιτελικό. Μάλιστα, στην περίπτωση του Νισικόρι δεν έχει φτάσει ποτέ Ιάπωνας σε ημιτελικό Major.
Πρώτα παίζουν ο Τζόκοβιτς με τον Νισικόρι. Ο Τζόκοβιτς είναι ο νικητής του Γουίμπλεντον και έχει αποκλείσει τον Άντι Μάρεϊ. Από τη μεριά του, ο Ρότζερ Φέντερερ έκανε τον Νισικόρι τενίστα. Αν η έμφυτη επιρροή του Ελβετού στο παιχνίδι δεν άνοιγε διάπλατα τη δημοφιλία του, ο Κέι δεν θα γινόταν ποτέ τενίστας. Στο κορτ, ο Νισικόρι παίζει θαυμάσια, χάνει εύκολα, βεβαίως, το δεύτερο σετ, αλλά είναι τόσο ήρεμος που οι Νεοϋορκέζοι νιώθουν ότι αναβιώνουν το Περλ Χάρμπορ (the Jap is a trap, the Jap is a trap). Με τον Τζόκοβιτς πρέπει να χάσεις κάτι εύκολα για να πάρεις κάτι άλλο, αν ο Σέρβος βρει ρυθμό πρέπει να το αφήσεις να περάσει. Ο Νισικόρι το κάνει, παίρνει το τρίτο σετ στο τάι μπρέικ, παίζοντας με παροιμιώδη ψυχραιμία τους πραγματικά κρίσιμους πόντους, κάνει μπρέικ νωρίς στο τέταρτο και κάνει και στο τελευταίο γκέιμ του ματς. Αν ο 24χρονος Ιάπωνας είναι ο πρώτος της χώρας του που φθάνει σε ημιτελικό Major, είναι ο πρώτος της χώρας του που φθάνει και στον τελικό.
Τώρα, υπάρχει σχεδόν μία ώρα κενό πριν ο Φέντερερ παίξει με τον Τσίλιτς. Εννοείται ότι οι Νεοϋορκέζοι είναι με τον θρυλικό Ελβετό, άλλωστε, όπως επιτυχημένα έγραψε ο Μπράιαν Φίλιπς στην Grantland, υπάρχει λόγος που η Άννα Γουϊντούρ (αφέντρα της Vogue, η γυναίκα την οποία ουσιαστικά ενσάρκωσε η Μέριλ Στριπ στο «ο Διάβολος φοράει Prada») κάθεται στο μποξ του Φέντερερ και όχι σε εκείνο του Τζόκοβιτς. Ο Φέντερερ έχει φωτογραφηθεί για τη Vogue, έχει γυρίσει βίντεο για το πρόμο του US Open, φοράει τα μαύρα του και τον αποκαλούν Darth Federer, αλλά το πρόβλημα είναι ότι έχει να νικήσει στη Νέα Υόρκη από το 2008 και έχει να παίξει τελικό από το 2009. Στην ίδια πόλη ο Φέντερερ έχει επιδοθεί στα tantrums του, δηλαδή στις εκρήξεις. Με τον Μονφίς χτύπησε τη ρακέτα στο φιλέ και έπιασε κουβεντούλα στον διαιτητή, ενώ το 2009, στον αγώνα με τον Χουάν Μαρτίν ντελ Πότρο, είχε έναν αλησμόνητο διάλογο με τον διαιτητή του τελικού, σε καθόλου κομψό και ντελικάτο ύφος. Ο Φέντερερ ξέρει ότι στη Νέα Υόρκη δεν κινδυνεύει να κατακεραυνωθεί από το κοινό και γίνεται ένα με το πνεύμα της πόλης. Οι δημοσιογράφοι του τένις, που πριν και μετά τον τελικό του Γουίμπλεντον έγραφαν ότι αυτή ήταν η τελευταία ευκαιρία του για να κατακτήσει Major, γράφουν τώρα ότι το US Open είναι η τελευταία ευκαιρία του για να το πάρει. Οι φαν του ανά τον κόσμο έχουν, μέχρι τη νύχτα του Σαββάτου, τον κωδικό «Bel18eve». Με τον Τσίλιτς δεν ασχολείται κανείς: έκανε στον Φέντερερ το δώρο να αποκλείσει τον Τόμας Μπερντίχ, αλλά είναι πολύ ψηλός και έχει σμιχτά φρύδια. Το πιο γνωστό πράγμα πάνω του είναι ο… Γκόραν Ιβανίσεβιτς, ο μόνος παίκτης στην ιστορία του τένις που κατέκτησε Major έχοντας wild card.
Ο Φέντερερ δεν παίζει με τον Μπέρντιχ και στον τελικό δεν θα βρει τον Τζόκοβιτς. Μοιάζει αληθινή ευκαιρία να πάρει το 18ο. Ο Φέντερερ ίσως να φοβάται ότι κάποια στιγμή κάποιος τενίστας θα παίξει κανονικά απέναντί του, θα κάνει το παιχνίδι του χωρίς να προβεί σε τακτική κατά την οποία θα σημαδεύει επιμόνως, σαν συμμαθητής στο πίσω θρανίου πο φυσάει ένα άδειο στυλό με ένα σαλιωμένο χαρτάκι μέσα, την αριστερή πλευρά του, δηλαδή αυτό που στο τένις αποκαλείται ad. Αλλά λογικά δεν είναι ο Τσίλιτς αυτός.
Μόνο που… είναι. Ο Τσίλιτς κάνει το παιχνίδι του. Νικάει 3-0 και έχει σχεδόν 50% στο πρώτο σερβίς. Νικάει χωρίς ο Φέντερερ να κάνει αβίαστα λάθη. Είναι ο Ρίτσαρντ Κράιτσεκ για τον Πιτ Σάμπρας στο Γουίμπλεντον του 1996. Είναι η κωμωδία που μπαίνει σφήνα στην πραγματικότητα και στην Ιστορία. Η Ιστορία είναι η ιστορία όπως θα θέλαμε να είναι, είναι εκείνο το μέρος που αν και πρόκειται να συμβεί το συζητάμε λες και ανήκει στο παρελθόν. Ο Τσίλιτς είναι Κροάτης, αλλά δεν κιοτάει. Ουδείς μπορεί να τον δει να μπαίνει στον τελικό, αλλά κάνει το παιχνίδι να μοιάζει με ανέκδοτο. Πώς από την πρώτη στιγμή θεωρήσαμε ότι μπορεί ο Φέντερερ να τα βάλει με αυτόν τον τύπο; Στην αρχή του τρίτου σετ ο Φέντερερ του κάνει μπρέικ, κάτι που μπορεί να σημαίνει την έναρξη μίας μνημειώδους αντεπίθεσης. Ο Τσίλιτς κάνει αμέσως μπρέικ, λίγο μετά κάνει κι άλλο, και στο τελευταίο γκέιμ, το οποίο είναι το μεγαλύτερο της καριέρας του, βομβαρδίζει τον Φέντερερ, κάνοντάς του τρεις τέλειους άσους και τελειώνοντας το ματς με έναν backhand winner. Πώς γίνεται να είναι αυτός ο τύπος Κροάτης; Πώς ξαφνικά ο Ιβανίσεβιτς μετατράπηκε σε Μεσσία της προπονητικής; Το πρώτο στατιστικό που ψάχθηκε ήταν η τελευταία φορά που έγινε τελικός χωρίς τον Φέντερερ, τον Ναδάλ και τον Τζόκοβιτς: ήταν τον Ιανουάριο του 2005, όταν ο Μάρατ Σάφιν αντιμετώπισε και νίκησε τον Λέιτον Χιούιτ στο Αυστραλιανό. Και οι δύο τύποι είχαν ήδη Major. Σε αυτήν την περίπτωση ο ένας φιναλίστ είχε φθάσει σε έναν ημιτελικό, τέσσερα χρόνια πριν, και ο άλλος σε κανέναν. Ούτε εκείνος ούτε κάποιος συμπατριώτης του. Στη στροφή πριν κλείσουν τα 10 χρόνια από τότε, έγινε.
Το Σάββατο στο US Open ο Φέντερερ και ο Τζόκοβιτς έπαιξαν δύο διεκπεραιωτικούς ημιτελικούς. Το κοινό της Νέας Υόρκης θα έπαιρνε αυτό που του άξιζε, τη ρεβάνς των ημιτελικών του 2010 και του 2011, στην οποία ο Φέντερερ έχασε 4 match points, όσους έχασε και ο Φέντερερ. Αντιθέτως θα πάρουν ένα ζευγάρι που δεν ήταν γραμμένο στα άστρα. Τσίλιτς εναντίον Νισικόρι. Ούτε μία ιστορία μεταξύ τους, ούτε ένα ρεκόρ. Αναρωτιέσαι αν αυτό το ματς θα το δείξει η τηλεόραση. Αν τα μεσάνυχτα της Δευτέρας θα γεμίσει το «Άρθουρ Ας». Για δεύτερη χρονιά μέσα σε τρεις σεζόν, θα υπάρχουν τέσσερις διαφορετικοί νικητές στα τέσσερα Major (έγινε και το 2012). Αξίζει να το δεις όπως τα κορίτσια κάθονται στο μπαλκόνι και παρατηρούν τη βροχή αστεριών για την οποία τους προειδοποίησε το ίντερνετ. Γίνεται μία φορά κάθε δέκα χρόνια, αλλά μπροστά σε αυτήν την κωμική έκπληξη το Σάφιν-Χιούιτ δεν πάει καν κοντά. Τσίλιτς εναντίον Νισικόρι, τα λιγότερα google search που θα μπορούσε να έχει ποτέ ένα ζευγάρι τελικού τη στιγμή που οι Big Four είναι εν ενεργεία. Σαν να αντικαθιστά τον Ντέιβιντ Λέτερμαν ο Τζέικ Γκίλενχαλ στο Late Show. Σαν να έχεις μέρα παστίτσιου, μια φορά τον μήνα, και η μάνα σου να σου φτιάχνει ρεβύθια. Γουάου. Ή, όπως λένε οι Ιάπωνες, γουάου!