Τα βιολιά των βαμπίρ
Οι Ούγγροι είναι περίεργοι άνθρωποι: είναι σαν βαμπίρ που είναι αναγκασμένα να κάνουν παρέα με ανθρώπους. Οι τσιγγάνικες καταβολές τους σε συνδυασμό με τη μουσική παράδοση και τον ήχο από το βιολί, ο οποίος δίνει στον Δούναβη το τέμπο της διάθεσης, τους καθιστούς μία περίεργη όσο και ανέμελη φάρα. Δεν είναι εύκολο να βρεις τη δικλείδα για να προσεγγίσεις με οποιονδήποτε τρόπο αυτούς τους… Βαλκάνιους του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Είναι μία τεράστια αθλητική σχολή και ανέκαθεν ήταν αυτόφωτη, ακόμα και τις εποχές που η Σοβιετία προσπαθούσε μανιασμένα να επιβάλλει τους νόμους της. Ο Χρουστσιόφ, που αποφάσισε την αποσταλινοποίηση… μόνο στη Σοβιετική Ένωση, έδωσε μία απλή εντολή και οι ρωγμές στο οικοδόμημα ήταν τόσο καθαρές και έντονες, που επί της ουσίας στο ποδόσφαιρο δεν επέστρεψαν. Κανείς δεν ήξερε τι θα γινόταν και πώς θα συνεχιζόταν η παραγωγή αν τα σοβιετικά τανκς δεν έμπαιναν στη Βουδαπέστη. Στα υδάτινα σπορ, βεβαίως, υπήρξαν ασταμάτητοι και επαναστατικοί, στις κολυμβητικές τεχνικές και στον τρόπο που παίζουν πόλο, το όραμα ενός αθλητανθρώπου Φελίνι, συνεχιζόμενες χαοτικές σκηνές που συχνά βγάζουν λογική.
Η αφορμή για το κείμενο είναι το ματς της Έγκερ με τον Ολυμπιακό, για την 4η αγωνιστική του Champions League πόλο Ανδρών, που αποτελεί, κιόλας, έναν φόρο τιμής για αυτήν την υπέροχη σχολή, η οποία κάνει ευτυχισμένους τους λίγους θαυμαστές της με τον τρόπο που ξετυλίγει, ανεπιτήδευτα και χωρίς κερδοσκοπία, τον ερωτισμό της.
Δέκα μεγάλες προσωπικότητες του ουγγρικού αθλητισμού, που προφανώς δεν είναι οι κορυφαίες στην ιστορία του, αλλά που το να ενδώσεις στον πειρασμό είναι σχεδόν νομοτελειακό.
10.Λάζλο Τσεχ. Ο πιο άτυχος Ούγγρος αθλητής όλων των εποχών. Ο Τσεχ έπεσε, στα αγωνίσματα της μεικτής ατομικής και της πεταλούδας, σε μία εποχή που μεσουρανούσε ο Μάικλ Φελπς και έχασε ένα κλικ όταν μεσουρανούσε ο Ράιαν Λόχτε. Σε αντίθεση με τον Τάμας Ντάρνι, ο οποίος δεν είχε κανένα σημαντικό εμπόδιο για να κυριαρχήσει στους Ολυμπιακούς του 1988 και του 1992 και να πάρει 4 χρυσά μετάλλια στις μεικτές ατομικές, ο Τσεχ έπεσε πάνω στον κορυφαίο κολυμβητή όλων των εποχών και αρκέστηκε σε 5 ολυμπιακά μετάλλια. Έχει πάρει ένα, όλο κι όλο, μονάκριβο στολίδι, χρυσό στα 400μ. μεικτή ατομική στο Παγκόσμιο του Μόντρεαλ και 27 (!) χρυσά μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα 50άρας και 25άρας πισίνας.
9.Τάμας Φάραγκο. Ένας από τους δύο πολίστες που ευθέως ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς δήλωσε ότι «είναι καλύτεροι από εμένα». Ο Πίστολ Πιτ Μάραβιτς του παγκόσμιου πόλο, ένας τόσο ταλαντούχος πολίστας που έγινε ο μόνος στην ιστορία που γύρισε βιντεοταινία με ασκήσεις για πόλο. Το χρυσό μετάλλιο στο Μόντρεαλ, το 1976, είναι μία ιστορική δικαιοσύνη, αφού θα ήταν πολύ κρίμα αυτός ο χαρούμενος αναρχικός να μην έχει σταθεί στο πρώτο σκαλί του βάθρου στην απόλυτη κοινωνική, πολιτιστική και αθλητική διοργάνωση.
8. Ντέζο Γκιαρμάτι. Και μια και ο λόγος για το Μόντρεαλ, ο καπετάνιος της ομάδας, ο προπονητής της, είναι εκείνος που έχει ένα ακατάρριπτο ρεκόρ: κατέκτησε πέντε σερί ολυμπιακά μετάλλια με την εθνική Ουγγαρίας, από το 1948 έως το 1964. Το 1952, το 1956 και το 1964 χρυσά, το 1948- στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ασημένιο, το 1964 στο Τόκιο χάλκινο.
7. Μάρτον Μπούκοβι. Πέρα από το γεγονός ότι ήταν ο «εφευρέτης» του συστήματος 4-2-4, ο «πατέρας» ήταν ο προπονητής της εθνικής Ουγγαρίας που νίκησε για πρώτη φορά τη Σοβιετική Ένωση στο «σπίτι» της, στο στάδιο «Λένιν», με σκορ 0-1 στις 23 Σεπτεμβρίου του 1956! Η ΕΣΣΔ δεν είχε χάσει από αντίπαλο στη Μόσχα ως τότε. Μετά από 10 μέρες περίπου, τα σοβιετικά τανκς μπήκαν στη Βουδαπέστη για να αναχαιτίσουν τους φοιτητές που ήθελαν την ανεξαρτησία του κράτους.
6. Κριστίνα Εγκερζέκι. Το κολύμπι της στο ύπτιο έγινε σημείο αναφοράς για τις επόμενες κολυμβήτριες του αγωνίσματος. Το παιδί-θαύμα της παγκόσμιας κολύμβησης κατέκτησε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιό της στη Σεούλ, στα 200μ. ύπτιο, σε ηλικία 14 ετών και 41 ημερών και έπειτα πήρε το ίδιο μέταλλο στο ίδιο αγώνισμα άλλες δύο φορές και έγινε η δεύτερη κολυμβήτρια μετά τη θρυλική Ντον Φρέιζερ που τα κατάφερε σε τρεις διαδοχικές διοργανώσεις στο ίδιο αγώνισμα. Μόνο ο Μάικλ Φελπς το ξανάκανε από τότε. Θα ήταν ασύλληπτα τα κατορθώματά της αν ήταν Αμερικανίδα, αλλά η Ουγγαρέζα Νάντια Κομανέτσι ευτυχώς είναι μία θεσπέσια τσιγγάνα γεννημένη στη Βουδαπέστη. Το παρατσούκλι της είναι «Ποντίκι», από την αξιομνημόνευτη περιγραφή του Τάμας Βιτράι στον τελικό των 200μ. ύπτιο: «Έλα μικρό ποντίκι! Έλα μικρό κορίτσι!».
5. Σάντορ Κότσιτς. Στην σκιά του Καλπάζοντος Ταγματάρχη με την ιστορία των Μουντιάλ να είναι καλή μαζί του: μόνο ο Ζιστ Φονταίν έχει βάλει περισσότερα γκολ από τον ίδιο (13) σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο Κότσιτς έγινε ο πρώτος που σκόραρε δύο χατ τρικ σε ένα Μουντιάλ και έχει το ρεκόρ συχνότητας, 2,2 γκολ ανά παιχνίδι, σε ματς. Έβαλε 75 γκολ σε 68 συμμετοχές με την εθνική Ουγγαρίας και δεν ήταν καν ο κλασικός φορ. Είναι ο τέταρτος σκόρερ διεθνώς σε εθνικές ομάδες και ο μόνος που έχει περισσότερα γκολ ανά παιχνίδια σε τέτοιο μέγεθος σκοραρίσματος. Πέθανε στα 49 του, αφού έπεσε από τον τέταρτο όροφο του δωματίου του σε ένα νοσοκομείο της Βαρκελώνης.
4. Έρβιν Ζάντορ. Δεν θα μπορούσε να λείπει ο ήρωας σε έναν από τα 5 μεγαλύτερα παιχνίδια εθνικών ομάδων στην ιστορία του ουγγρικού αθλητισμού. Ο ημιτελικός με τη Σοβιετική Ένωση, στις 6 Δεκεμβρίου του 1956 στη Μελβούρνη, το περίφημο «Αίμα στο Νερό», είναι ενδεχομένως το σπουδαιότερο ματς στην ιστορία της χώρας, ίσως μαζί με το 3-6 της ποδοσφαιρικής ομάδας στο Γουέμπλεϊ, στις 25 Δεκεμβρίου του 1953. Η φήμη του παιχνιδιού είναι αρκετά μεγάλη και το ίδιο το παιχνίδι έχει αναχθεί στην ιστορία. Όποιος έχει όρεξη και χρόνο για χάσιμο, μπορεί να διαβάσει αυτό και αυτό.
3. Τάμας Κάσας. Είναι ο παίκτης-σύμβολο της εθνικής Ουγγαρίας η οποία κατέκτησε τρία διαδοχικά χρυσά μετάλλια, το 2000 στο Σίδνεϊ, το 2004 στην Αθήνα και το 2008 στο Πεκίνο. Ο Κάσας δεν έκανε τίποτα περιττό και, παρ’ όλα αυτά, χόρευε στο νερό. Οι ικανότητές του, η ταχύτητα σκέψης, που συνδυάζονταν με τα προσόντα του, έκαναν τους Ούγγρους ακαταμάχητους σε τρεις διαδοχικές διοργανώσεις και την πρώτη ομάδα, στην πραγματικότητα (αν βγάλει κάποιος τους Ολυμπιακούς Αγώνες από το 1908 έως το 1916, που οι Βρετανοί έπαιζαν σχεδόν μόνοι τους), που κατακτά τρία συνεχόμενα χρυσά ολυμπιακά μετάλλια. Ο Κάσας τελείωσε την καριέρα του στην εθνική ομάδα με κλάμα, μετά τον αποκλεισμό των Μαγυάρων από την Ιταλία στους προημιτελικούς, τελείωσαν άδοξα την πορεία του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, όπως και εκείνη των υπόλοιπων μελών της συμμορίας, Γκέργκελι Κις και Πέταρ Μπίρος, αλλά και του σπουδαίου αρχιτέκτονα Ντένες Κέμενι.
2. Φέρεντς Πούσκας. Ο πιο χαρισματικός ποδοσφαιριστής που είδε ποτέ η χώρα. Ο αρχηγός και η πιο εμβληματική φυσιογνωμία της εθνικής Ουγγαρίας που έμεινε για 4 χρόνια αήττητη από το 1950 έως και το 1954, μόνο και μόνο για να συμπτυχθεί όλη η δραματουργία στην ήττα της από τους Δυτικογερμανούς στη Βέρνη, στον τελικό του Μουντιάλ. Ο Πούσκας πήρε την απόφαση να παίξει αν και τραυματίας σε μία εποχή που οι αλλαγές απαγορεύονταν και καταδίκασε την ομάδα του, σε έναν τελικό που έγινε πριν 60 χρόνια. Ο αείμνηστος «Πάντσο» ζήτησε ασυλία στο Μπιλμπάο, το 1956 και όταν οι Ιταλοί θεώρησαν ότι είναι πολύ μεγάλος για τα γούστα τους, ο Πούσκας και το απίστευτο αριστερό πόδι του κατέληξαν στη Ρεάλ Μαδρίτης, που μαζί με τον Γαλλοπολωνό Ραϊμόν Κοπά και τον Αλφρέντο ντι Στέφανο έφτιαξαν το «λευκό μπαλέτο», τη Ρεάλ που συνέτριψε 7-3 την Άιντραχτ Φρανκφούρτης το 1960 στη Γλασκώβη, στην ποιητικότερη παράσταση ομάδας που είχε δει μέχρι τότε το ποδόσφαιρο. Μπορούσε να στείλει την μπάλα όπου θέλει και μεγαλύτερη απόδειξη για αυτό αποτελεί μία ιστορία σε προπόνηση του Παναθηναϊκού, του οποίου διετέλεσε προπονητής. Ο Πούσκας έβαλε τον Τάκη Οικονομόπουλο στο τέρμα και του ζητούσε να του πει πού ήθελε να σουτάρει, για να διαπιστώσει το «Πουλί», όπως ήταν το παρατσούκλι του πορτιέρο των «πράσινων», ό,τι ακόμα και αν ήξερε πού θα πάει η μπάλα δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να την αποκρούσει.
1. Λάζλο Παπ. Να έχεις κατακτήσει τρία διαδοχικά χρυσά ολυμπιακά μετάλλια, το 1948 στο Λονδίνο, το 1952 στο Ελσίνκι και το 1956 στη Μελβούρνη, να είσαι ο πρώτος πυγμάχος που το καταφέρνει, να μην έχεις χάσει ακόμα, να έχεις γίνει επαγγελματίας, να έχεις υπογράψει για να παίξεις στον τελικό των μεσαίων βαρών ώστε να είσαι με τη βούλα ο κορυφαίος πυγμάχος του κόσμου και η κομουνιστική Ουγγαρία να μη σου δίνει βίζα εξόδου από τη χώρα, αφού δεν εγκρίνει το επαγγελματικό status quo σου. Και να σταματάς την καριέρα σου έχοντας 27 νίκες, 2 ισοπαλίες και 15 νοκ άουτ. Καμία ήττα. Ο Λάζλο Παπ πέθανε στα 78 του, πριν 10 χρόνια και τρεις μήνες, αλλά το αθλητικό κέντρο Papp Laszlo Sportsarena, στο οποίο παίζει η εθνική ομάδα χόκεϊ της Ουγγαρίας, θα θυμίζει πάντα ότι κάποτε υπήρχε ο πιο σπουδαίος πρωταθλητής που έβγαλε ποτέ η χώρα. Ο «Κορυφαίος ερασιτέχνης και επαγγελματίας πυγμάχος όλων των εποχών», όπως λεγόταν το βραβείο που του έδωσε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Πυγμαχίας, Χοσέ Σουλαϊμάν, που το Ανατολικό μπλοκ (το οποίο δικαίωσε λογοπαιγνιωδώς τον χαρακτηρισμό του) δεν του έδωσε την ευκαιρία να κάνει στα πέρατα του κόσμου ξακουστή την Ουγγαρία.